ύφεση - translation to Αγγλικά
Display virtual keyboard interface

ύφεση - translation to Αγγλικά


ύφεση         
abatement, flat, amelioration, slums, decline, decrease, deflation, detente, ebb, recession
Detente      
n. ύφεση
amelioration      
n. βελτίωση, ύφεση

Βικιπαίδεια

Ύφεση
Ύφεση ονομάζεται μία περίοδος κατά την οποία συρρικνώνονται για περισσότερα από δύο τρίμηνα η οικονομική παραγωγή και οι δείκτες στους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς όπως το προσαρμοσμένο στον πληθωρισμό ΑΕΠ, η απασχόληση, και το εισόδημα. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κατά τον προσδιορισμό της ύφεσης σε παγκόσμια κλίμακα, εξετάζει διαφόρους δείκτες, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του προσαρμοσμένου κατά κεφαλήν στον πληθωρισμό ΑΕΠ, που ενισχύεται από την αδυναμία της βιομηχανικής παραγωγής, του εμπορίου, των ροών κεφαλαίων, της κατανάλωσης �